Πολλοί μπορούν να τη χαρακτηρίσουν ως την πιο όμορφη πόλη της Ελλάδας. Η γεωγραφική της θέση, η πολεοδομία της, ο κοσμοπολίτικος χαρακτήρας και οι ατελείωτοι περίπατοι που μπορεί να σου προσφέρει, καθιστούν τη Θεσσαλονίκη έναν ιδανικό προορισμό για ντόπιους, επισκέπτες και επισκέπτριες.

Όλα τα στοιχεία που την κάνουν να ξεχωρίζει και να είναι τόσο αγαπητή πόλη, ακόμα και με την πραγματοποίηση μιας πρώτης επίσκεψης σε αυτή, έχουν μακρά ιστορία, που ξεκινά από το ίδιο της το όνομα, το οποίο έλαβε από την αδερφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου και σύζυγο του βασιλιά των Μακεδόνων, Κάσσανδρου, το 315 π.Χ.

Σε μικρό χρονικό διάστημα, η πόλη κατάφερε να ακμάσει οικονομικά, αφού η στρατηγική γεωγραφική της θέση (βορειότερο σημείο του Θερμαϊκού Κόλπου και βόρεια στο Αιγαίο Πέλαγος) την κατέστησαν σημαντικό εμπορικό και ναυτικό κέντρο.

Επιπλέον, η Θεσσαλονίκη, που δομήθηκε όπως όλες οι αρχαίες ελληνικές πόλεις, διέθεται εκκλησία του Δήμου, χώρους θρησκευτικής λατρείας αλλά και το δικό της νομισματοκοπείο, γεγονός που την κατέστησε ως την πόλη πού έκοψε πρώτη νομίσματα, με την επιγραφή ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ.

Το 168 π.Χ. η Μακεδονία και μαζί της η Θεσσαλονίκη παραδόθηκαν στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Αυτή είναι και η περίοδος που κατασκευάζεται η Εγνατία Οδός (Via Egnatia), λόγω του ενδιαφέροντος των Ρωμαίων για την Ανατολή. Η πόλη καταφέρνει να γίνει το σημείο τομής για την Ανδριατική με τον Ελλήσποντο, τη Μικρά Ασία αλλά και πόλεις του Δούναβη με το Αιγαίο και την Ανατολή.

Αξίζει να αναφερθεί ότι η πόλη στάθηκε τυχερή στον εμφύλιο των Ρωμαίων, μια και πήρε το μέρος των αυτοκρατόρων Αντώνιου και Οκταβιανού, αρνήθηκε την είσοδο στους Βρούτο και Κάσσιο, που σκόπευαν να αφήσουν τους άντρες τους να λεηλατήσουν την πόλη, και μετά τη νίκη των πρώτων, η Θεσσαλονίκη ανακηρύχθηκε ελεύθερη πόλη. Αυτό το προνόμιο την κατέστησε κέντρο πολιτισμού στα Βαλκάνια, ενώ αποτέλεσε και πόλο έλξης για λαούς όπως οι Αιγύπτιοι, οι Σύριοι και οι Εβραίοι. Στα ρωμαϊκά χρόνια μάλιστα, χτίστηκαν στην πόλη πολλά σημαντικά αξιοθέατα που διατηρούνται έως και σήμερα, όπως η Ροτόντα και η Καμάρα (που εντοπίζονται στις μέρες μας δίπλα από την πανεπιστημιούπολη) το Γαλεριανό Ανάκτορο (στην πλατεία Ναυαρίνου) και η Ρωμαϊκή Αγορά (ανάμεσα στην εκκλησία του Αγίου Δημητρίου και την πλατεία Αριστοτέλους).

Σημαντικό ρόλο στην ιστορία της πόλης έχει διαδραματίσει και το θρησκευτικό κομμάτι μιας και η Ρωμαϊκή Θεσσαλονίκη βρέθηκε στο δρόμο του Απόστολου Παύλου. Χάρει σε αυτόν, δημιουργήθηκε στην πόλη η πρώτη κοινότητα Χριστιανών. Οι δύο Επιστολές του «Προς Θεσσαλονικείς», αποτελούν τις αρχαιότερες Επιστολές της Καινής Διαθήκης. Επίσης, την εποχή του Γαλέριου μαρτύρησε στη Θεσσαλονίκη ο Άγιος Δημήτριος, νεαρός αξιωματικός της Ρωμαϊκης Αυτοκρατορίας, που είχε ασπαστεί το Χριστιανισμό.

Από το 330 μ.Χ. που η Βυζαντινή Αυτοκρατορία μεταφέρει τη ρωμαϊκή πρωτεύουσα στην Κωνσταντινούπολη, η Θεσσαλονίκη αποκτά τον τίτλο πρώτη μετά την πρώτην. Παρά τις επιθέσεις που δέχεται από (αράβο)σλαβικούς λαούς, υπάρχει μεγάλη άνθιση στον τομέα των τεχνών, των γραμμάτων και του εμπορίου. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, στη Θεσσαλονίκη μεγαλώνουν ο Κύριλλος και ο Μεθόδιος, που εκχριστιανίζουν τους Σλάβους. Από το 904 μ Χ. μέχρι και το 1342, η πόλη λεηλατήθηκε άγρια τρεις φορές. Αρχικά από Σαρακηνούς πειρατές, έπειτα από τους Σταυροφόρους, και στη συνέχεια πέρασε μία σύντομη περίοδο Βενετοκρατίας για να αλωθεί το 1430 από τους Οθωμανούς. Αξίζει να αναφερθεί βέβαια ότι ο 14ος αιώνας αποτέλεσε σημαντικό αιώνα στον τομέα των γραμμάτων, που εκεί γεννήθηκαν ή μεγάλωσαν πολλοί λόγιοι, νομικοί, φιλόλογοι και συγγραφείς, μεταξύ των οποίων και ο Γρηγόριος Παλαμάς.

Η έλευση των Οθωμανών στη Θεσσαλονίκη ανάγκασε πολλούς κατοίκους της να την εγκαταλείψουν, αναζητώντας πιο ασφαλές μέρος για να ζήσουν. Αυτήν την περίοδο στην πόλη πολλές εκκλησίες μετατράπησαν σε Τζαμιά, ενώ κάποιες μικρές συνέχισαν να λειτουργούν ως θρησκευτικοί ναοί. Η μονή Βλατάδων, στην Άνω Πόλη, είναι η μόνη που εξακολουθεί μέχρι και σήμερα να είναι σε λειτουργία. Επίσης, το 1492, η έλευση των διωγμένων από την Ισπανία, Εβραίων, χαρίζει νέα δυναμική στην πόλη.

Η βιομηχανική δραστηριότητα και η εμπορική αξία της πόλης εξελίσσεται σημαντικά και αναπτύσσεται ραγδαία, χάρη στην εβραϊκή κοινότητα και το εργατικό δυναμικό της. Η ελληνική αστική τάξη ανακτά και πάλι την αίγλη της. Στο τέλος του 19ου αιώνα μάλιστα ο σιδηρόδρομος αναπτύσσεται στη Θεσσαλονίκη, τη συνδέει με τη Βόρεια Μακεδονία και από εκεί με την Ευρώπη αλλά και με την Αλεξανδρούπολη και την Κωνσταντινούπολη. Πρόκειται για την ίδια περίοδο που εγκαθίστανται τα πρώτα ιππήλατα τραμ, οι πρώτες βιομηχανιες και το φωταέριο. Ενώ συνέβαιναν όλα αυτά, η Ελληνική Επανάσταση του 1821, είχε καταπνιγεί στη Θεσσαλονίκη.

Στη συνέχεια (1904-1908) η Θεσσαλονίκη κλήθηκε να αντιμετωπίσει το Μακεδονικό Αγώνα ενάντια στο Βουλγαρικό Κομιτάτο, ενώ ορόσημο για την ιστορία της πόλης αποτελεί η απελευθέρωσή και ένωσή της με την υπόλοιπη Ελλάδα στις 26 Οκτωβρίου 1912, ανήμερα της γιορτής του Πολυούχου της.

Παρόλο που η Ελλάδα δε συμμετείχε στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, το λιμάνι της Θεσσαλονίκη παραχωρήθηκε για τον ανεφοδιασμό της Αντάτ κι έτσι η πόλη γέμισε με χιλιάδες Άγγλους και Γάλλους. Το 1917 όμως η μεγάλη πυρκαγιά της Θεσσαλονίκης καίει όλο το ιστορικό της κέντρο, περίπου 73.000 άνθρωποι μένουν άστεγοι και άνεργοι και η πόλη βρίσκεται σε περίοδο ύφεσης. Κι ενώ αρχίζει να χτίζεται ξανά από την αρχή, η Μικρασιατική καταστροφή το 1922, αλλάζει πάλι τις συνθήκες.

Η ελληνοτουρκική συμφωνία για ανταλλαγή πληθυσμών που εφαρμόστηκε με τη συνθήκη της Λωζάνης, έφερε στη Θεσσαλονίκη δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία, τον Πόντο και την Ανατολική Θράκη. Η έλευση βέβαια αυτών των ομάδων πληθυσμού, με την πάροδο των χρόνων, βοήθησε την πόλη να ορθοποδήσει και να «χτίσει» τον εαυτό της από την αρχή. Η γερμανική κατοχή όμως που συνοδεύτηκε με την εξολόθρευση της εβραϊκής κοινότητας το 1943, είχε τεράστιες συνέπειες σε όλα τα επίπεδα.

Στην πιο σύγχρονη ιστορία της Θεσσαλονίκης, η πόλη αποτελεί μεγάλο πόλο έλξης τουριστών απ’ όλο τον κόσμο, όλους τους μήνες του χρόνου. Οι μεγάλοι δρόμοι με τα εμπορικά καταστήματα στο κέντρο της πόλης,οι γεύσεις στους χώρους εστίασης από όλο τον κόσμο και η πανεπιστημιούπολη που φιλοξενεί φοιτητές και φοιτήτριες από όλα τα κράτη, ποδηλατόδρομοι που καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος της πόλης, της προσδίδουν ευρωπαϊκές προδιαγραφές. Επιπλέον τα αρχαία μνημεία, διάσπαρτα σε όλη την πόλη, οι μουσειακοί χώροι, τα σύγχρονα αξιοθέατα και η φιλοξενία των πολιτών, φέρνουν το τότε στο τώρα. Το παρελθόν στο παρόν και με τα όσα εξαγγέλονται κατά καιρούς (μετρό έως το 2021), ίσως και με το μέλλον.