«Τα κορίτσια που είναι μουσουλμάνες ή τα κορίτσια της φυλής Παστούν ή τα κορίτσια από το Πακιστάν, όταν ντυνόμαστε παραδοσιακά, θεωρείται ότι είμαστε καταπιεσμένες ή χωρίς φωνή ή ζούμε κάτω από την πατριαρχία. Θέλω να πω σε όλους ότι μπορείτε να έχετε τη δική σας φωνή μέσα στην κουλτούρα σας και ότι μπορείτε να έχετε ισότητα στον πολιτισμό σας» εξομολογείται η Malala Yousafzai, που κοσμεί το εξώφυλλο της βρετανικής Vogue για το τεύχος του Ιουνίου 2021.

Ποια είναι όμως στην πραγματικότητα η νεαρότερη κάτοχος του βραβείου Νόμπελ Ειρήνης, που δέχτηκε σφαίρα στο κεφάλι για τη μάχη της υπέρ του δικαιώματος των κοριτσιών στην εκπαίδευση; Όλα όσα έχουμε μάθει μέσα από το blog που διατηρούσε με ψευδώνυμο όσο το Πακιστάν βρισκόταν υπό την κατοχή των Ταλιμπάν και από το αυτοβιογραφικό βιβλίο της, που κυκλοφόρησε ένα χρόνο μετά την απόπειρα δολοφονίας της.

Γεννημένη στις 12 Ιουλίου 1997 στο σπίτι της με τη βοήθεια των γειτόνων, καθώς η οικογένειά της δε διέθετε τα απαραίτητα χρήματα για την εισαγωγή σε νοσοκομείο, η ζωή της Malala φάνηκε ότι θα ακολουθήσει μία περίπλοκη πορεία. Ο πατέρας της, Ziauddin Yousafzai, από μικρή ηλικία έδωσε ιδιαίτερη σημασία στη μόρφωση της κόρης του όσο και των δύο γιών του. Δάσκαλος, ιδιοκτήτης ιδιωτικών σχολείων και ακτιβιστής για τα δικαιώματα στη μόρφωση, ωθούσε τη Malala στα πολιτικά και συνοδευόταν συχνά από την ίδια σε σχετικά συνέδρια. Το 2008 μάλιστα είχε απευθυνθεί στο κοινό ρωτώντας το «Πώς τολμούν οι Ταλιμπάν να μου στερούν το βασικό δικαίωμα στην εκπαίδευση;».

Λόγω της δημοσιογραφικής κάλυψης του συνεδρίου, η Yousafzai προσεγγίσθηκε από το BBC Urdu για να αρθρογραφεί ως blogger. Αυτό βέβαια συνέβη με ψευδώνυμο ώστε να προστατευθεί η ζωή της όσο το δυνατόν περισσότερο. Μεταξύ άλλων στο blog που είχε μορφή ημερολογίου ανέφερε πως «Φοβόμουν να πάω στο σχολείο επειδή οι Ταλιμπάν είχαν εκδώσει διάταγμα που απαγόρευε σε όλα τα κορίτσια να φοιτούν. Μόνο 11 μαθήτριες παρακολούθησαν το μάθημα από τις 27». Επεσήμανε μάλιστα ότι ο διευθυντής είχε προτρέψει τις μαθήτριες να προσέρχονται στο σχολείο με καθημερινά ρούχα και όχι με τις σχολικές ποδιές αλλά και ότι «ο διευθυντής ανακοίνωσε τις χειμερινές διακοπές, αλλά δεν ανέφερε την ημερομηνία που θα ανοίξει ξανά το σχολείο».


Σύμφωνα με το ημερολόγιο της 11χρονης Malala η ζωή κάθε γυναίκας βρισκόταν σε τέτοιο κίνδυνο λόγω των Ταλιμπάν που «Στο γυρισμό μου στο σπίτι άκουσα έναν άντρα να λέει “θα σε σκοτώσω”. Επιτάχυνα το ρυθμό μου, με απόλυτη ανακούφιση κατάλαβα ότι μιλούσε στο κινητό του και πρέπει να απειλούσε κάποιον άλλο».

Ωστόσο, ακόμα και μετά την αποκάλυψη του ονόματός της, η Yousafzai δε σταμάτησε την ακτιβιστική της δράση. Συμμετείχε σε ντοκιμαντέρ των New York Times, συναντήθηκε με απεσταλμένο του Μπάρακ Ομπάμα, μίλησε ονομαστικά σε πολλά συνέδρια για το ζήτημα της εκπαίδευσης των γυναικών και έλαβε πολυάριθμες διακρίσεις. Πολυάριθμες βέβαια ήταν και οι απειλές που δημοσιεύονταν για το πρόσωπό της σε εφημερίδες της χώρας της, στο προφίλ της στο Facebook αλλά και που έστελναν στο σπίτι της.

Στις 9 Οκτωβρίου 2012, όπως αποκαλύπτεται στο βιβλίο «Με λένε Μαλάλα» ένας μασκοφόρος Ταλιμπάν εισέβαλε στο σχολικό λεωφορείο και ρώτησε «Ποια από εσάς είναι η Malala; Μιλήστε, αλλιώς θα σας πυροβολήσω όλες». Μετά την ταυτοποίηση της 15χρονης τότε κοπέλας, πυροβολήθηκε με μια σφαίρα, η οποία ταξίδεψε 46 εκατοστά από την πλευρά του αριστερού ματιού της, μέσω του λαιμού της και προσγειώθηκε στον ώμο της. Άμεσα νοσηλεύτηκε σε νοσοκομείο του Πακιστάν, όπου υπεβλήθη σε ένα πεντάωρο χειρουργείο για την αφαίρεση της σφαίρας, ενώ είχε προκληθεί και ζημιά στον εγκέφαλό της, για την οποία πραγματοποιήθηκε κρανιεκτομή.

Με τη σταθεροποίηση της υγείας της μεταφέρθηκε, έπειτα από πολλές προσφορές, στο νοσοκομείο Queen Elizabeth στο Μπέρμιγχαμ με τα έξοδα μεταφοράς, μετανάστευσης, ιατρικής φροντίδας, στέγασης και διαμονής να πληρώνονται για την ίδια και την οικογένειά της από την Πακιστανική κυβέρνηση. Όπως περιγράφει η Malala στο βιβλίο της, όταν ξύπνησε και ήταν μόνη της στο νοσοκομείο τρομοκρατήθηκε γιατί δε γνώριζε που βρισκόταν, σε ποια χώρα, αν μιλάει τη γλώσσα και πώς θα ανταπεξέλθει οικονομικά.

Δύο περίπου χρόνια αργότερα κατάφερε να κερδίσει το Νόμπελ Ειρήνης και να γίνει η νεότερη κάτοχός του, ίδρυσε το Malala Fund που δραστηριοποιείται σε θέματα για τη μόρφωση των γυναικών, πέρασε στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης όπου αποφοίτησε με τιμές και αποτελεί μία από τις φιγούρες που έχουν επηρεάσει περισσότερο τη σύγχρονη κουλτούρα.

Παρόλο που η ίδια δηλώνει στη Vogue ότι στα επαγγελματικά της σχέδια ούσα 23χρονη είναι να κάνει και τηλεοπτικές ψυχαγωγικές παραγωγές, επισημαίνει επίσης για το κοινωνικό της έργο ότι ο μεγαλύτερος φόβος της είναι η αποτυχία εκπροσώπησης των κοριτσιών που οι γονείς τους μαζεύουν χρήματα για να σπουδάσουν μόνο τα αγόρια της οικογένειας, κοριτσιών που παντρεύονται πολύ μεγαύτερους άντρες ή που δεν ξέρουν να διαβάζουν. «Οι άνθρωποι λένε: “Μάλαλα, μην ανησυχείς, δεν είναι δική σου ευθύνη, οι ηγέτες πρέπει να ανησυχούν!” Αλλά αν έχω την ικανότητα να κάνω κάτι για να συνεχίσω να ευαισθητοποιώ, τότε πρέπει να το κάνω».

Όπως έχει αποκαλύψει στο βιβλίο της, η Malala δεν μπορεί να επιστρέψει στην πατρίδα της γιατί η ζωή της ακόμα κινδυνεύει. Οι Ταλιμπάν με ένα όπλο παραλίγο να της στερήσουν τη ζωή. Η ίδια όμως πιστεύει πως «Ένα παιδί, ένας δάσκαλος, ένα βιβλίο και μία πένα μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο».

Ακολουθήστε το YourTipster.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι τα νεότερα του lifestyle κόσμου.